Για κάποιους, το εξαιρετικό Unbreakable θεωρήθηκε ως το πρώτο σκαλοπάτι στο κατήφορο που πήρε ο M. Night Shyamalan μετά τη τεράστια επιτυχία του The Sixth Sense.
Για κάποιους (άλλους;) το ομολογουμένως πολύ καλό αλλά μέχρι εκεί, Split αποτέλεσε την επιστροφή του σκηνοθέτη στη κορυφή.
Όπως καταλάβατε εγώ δεν ανήκω σε κανέναν από αυτούς τους άλλους και το Glass έπρεπε να προσπαθήσει πολύ να με πείσει ότι δεν ήταν μια αρπαχτή.
Και απέτυχε παταγωδώς.
Η ταινία αρχίζει την ιστορία της από την οπτική του “άθραυστου” David Dunn, ο οποίος με τη βοήθεια του γιου του, συνεχίζει την vigilante δράση του, έχοντας τραβήξει τα βλέμματα της αστυνομίας.
Στη προσπάθειά του να βρει τον άνδρα που απήγαγε τέσσερα νεαρά κορίτσια, πέφτει πάνω στον “διχασμένο” Kevin Crumb και στη προσπάθειά του να τον σταματήσει, συλλαμβάνονται και οι δύο και καταλήγουν σε ένα ψυχιατρικό ίδρυμα.
Εκεί βρίσκεται έγκλειστος και ο “γυάλινος” Elijah Price σε κατατονία από τη βαριά φαρμακευτική αγωγή, με την ψυχίατρο Ellie Staple να προσπαθεί να τους πείσει πως δεν είναι υπερήρωες βγαλμένοι από κάποιο κόμικ, και οι δυνάμεις τους δεν είναι παρά αποκυήματα της φαντασίας και της ψυχασθένειάς τους.
Yeah, right…
Με εξαίρεση πως θα βλέπαμε μαζί τους τρεις ήρωες, ουσιαστικά δεν είχε γίνει τίποτα γνωστό για τη πλοκή της ταινίας, και τώρα καταλαβαίνουμε το γιατί, μιας και διαβάζοντας ακόμα και την σύνοψη, όχι απλά δεν δημιουργεί κανένα ενδιαφέρον αλλά ουσιαστικά προαναγγέλλει τα πολλά plot holes που ο Shyamalan μόνος του δημιούργησε και έπειτα έπεσε μέσα.
Στα 2/3 της ταινίας παρακολουθούμε την Sarah Paulson (Bird Box) να μιλάει στον Kevin και εκείνος να μεταπηδάει από προσωπικότητα σε προσωπικότητα, χωρίς λογική και στόχο, και αντί αν προκαλεί δέος και φόβο όπως έγινε στο Split, εδώ προκαλεί γέλια, τόσα πολλά που σε κάποιο σημείο αναρωτιέσαι αν ο Shyamalan μας κοροϊδεύει στα μούτρα.
Το τραγικό σενάριο δε δίνει καμία ευκαιρία στον καημένο James McAvoy (Submergence) να αναδείξει τη σχιζοφρένεια του χαρακτήρα, και παρότι ο ηθοποιός προσπαθεί όσο μπορεί, το αποτέλεσμα είναι -ειρωνικά- πιο χάρτινο κι από ήρωα κόμικ.
Όσο για τους άλλους δύο, ο Bruce Willis (Once Upon a Time in Venice) δε νομίζω να μιλάει πάνω από 3-4 φορές μετά τη σύλληψή του στην εισαγωγή, ενώ ο Samuel L. Jackson (Kong: Skull Island) ανοίγει το στόμα του μονάχα στη τελευταία πράξη, και δυστυχώς αυτά που έχει να πει δεν είχαν κανένα ενδιαφέρον ή ένδειξη μεγαλοφυίας, όπως προσπάθησε η ταινία να μας πουλήσει.
Πραγματικά, όλο το φιλμ σου βγάζει μια αίσθηση πως ο δημιουργός δεν είχε τι ιστορία να πει.
Το σενάριο είναι λες και γράφτηκε στο πόδι, χωρίς συνέχεια, χωρίς storyboards, απλά με κάποια plot points που τριγύρω τους, οι Paulson και McAvoy φλυαρούν ακατάπαυστα.
Με το φινάλε να σε αφήνει με μια έκφραση “Ε και;” ζωγραφισμένη στο πρόσωπό σου, το Glass δεν είναι απλά ένα ανάξιο φινάλε (;) στη τριλογία αλλά και μία από της χειρότερες ταινίες του Shyamalan, ξαναρίχνοντας το δημιουργό σε επίπεδα The Happening!
Στους κινηματογράφους από 17 Ιανουαρίου.
Αλέξανδρος Κυριαζής