Ποτέ δεν ήμουν μεγάλος οπαδός του X-Men franchise.
Μπορώ να αναγνωρίσω πως η πρώτη τριλογία ήταν εκείνη που άναψε το φιτίλι στην αναγέννηση του super-hero genre, όμως καμία τους δεν ήταν κάτι πολύ παραπάνω από αξιοπρεπής.
Ναι, ούτε το X2!
Προσπερνώντας το ανεκδιήγητο Origins: Wolverine, το First Class ήταν εκείνο που για πρώτη φορά κατάφερε να με κερδίσει, ενώ τρία χρόνια αργότερα, το Days of Future Past ήταν η πρώτη και μοναδική ταινία της σειράς που πραγματικά έλαμψε.
Και εκεί που είσαι φουντωμένος, έρχεται το Apocalypse και σε κάνει να μοιάζεις με αποσβολωμένο meme!
Αυτή η τρισάθλια από κάθε άποψη ταινία λίγο έλειψε να βάλει μπουρλότο στο franchise κι αν δεν ερχόταν οι επιτυχίες των Logan και Deadpool, ίσως και να τα είχε καταφέρει.
Με την Fox να είναι διατεθειμένη να δώσει μια δεύτερη ευκαιρία και τον Simon Kinberg, έναν από τους βασικούς σεναριογράφους του franchise να θέλει διακαώς να μας (ξανα)πει την ιστορία της Dark Phoenix, η νέα ταινία παίρνει -χωρίς τυμπανοκρουσίες- το πράσινο φως.
Βέβαια, από τον Οκτώβριο του ’17 που ολοκληρώθηκαν τα (πρώτα) γυρίσματα μέχρι και σήμερα που επιτέλους η ταινία κατάφερε να βρει το δρόμο προς τις αίθουσες, τα μαύρα σύννεφα όλο και πύκνωναν πάνω από το κεφάλι της.
Τα αρνητικά πρώτα test screenings στέλνουν το φιλμ πίσω στα πλατό για εκτεταμένα και πανάκριβα reshoots που αλλάζουν, σύμφωνα με τις κακές γλώσσες σχεδόν το 75% της ταινίας, μεταξύ των οποίων και ολόκληρη η τρίτη πράξη.
Η εξαγορά της Fox από την Disney κάνει τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα, με τις φήμες για οριστικό “συρτάρωμα” να οργιάζουν, ωστόσο οι κινδυνολόγοι τελικά έπεσαν έξω, με το τελικό cut να κλειδώνει, και τη ταινία να βρίσκει το δρόμο της για τις αίθουσες, έστω και με ελάχιστο hype, δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι αυτή θα είναι και η τελευταία της σειράς, μιας και οι ήρωες προσεχώς θα ενταχθούν στο MCU.
Τελικά άξιζε το κόπο;
Βρισκόμαστε στο έτος 1992.
Η σχολή του Charles Xavier έχει πια επίσημα “αναγνωριστεί” και οι X-Men από κυνηγημένοι έχουν γίνει πραγματικοί ήρωες.
Συνεργαζόμενοι με την κυβέρνηση, προσφέρουν τη βοήθειά τους σε διάφορες επείγουσες καταστάσεις.
Σε μία από αυτές, στέλνονται στο διάστημα, για να σώσουν το πλήρωμα ενός διαστημικού λεωφορείου που βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο λόγω καταστροφικών ζημιών αλλά και μιας μυστηριώδους κοσμικής δύναμης που τους πλησιάζει απειλητικά.
Με τη συμβολή των Quicksilver και Nightcrawler τους μεταφέρουν στο X-Jet, όμως η Jean Grey δε προλαβαίνει να επιστρέψει, με αποτέλεσμα να δεχτεί και να απορροφήσει όλη αυτή τη μυστηριώδη ενέργεια.
Παρότι η υγεία της φαίνεται να μην έχει επηρεαστεί, γρήγορα γίνονται εμφανείς οι παρενέργειες, με την Jean να έχει πολλαπλασιάσει τη δύναμή της, την οποία αδυνατεί να διαχειριστεί και σα να μην έφτανε αυτό, ένα μυστικό από τη παιδική της ηλικία που βγαίνει στη φόρα την ωθεί στα άκρα κάνοντάς τη πραγματικό κίνδυνο για ανθρώπους και μεταλλαγμένους.
Οι X-Men ξεκινούν την αναζήτηση προσπαθώντας να την σώσουν/σταματήσουν, όμως πρώτη τη βρίσκει μια μυστηριώδης γυναίκα που φαίνεται να γνωρίζει πολλά για αυτή τη περίεργη κοσμική δύναμη…
Εκείνο το πράγμα που το λένε σενάριο και το ξεστόμιζαν οι καημένοι οι ηθοποιοί στη προηγούμενη ταινία και έκανε τους θεατές να αναρωτιούνται αν γύρισαν απευθείας το πρώτο draft, εδώ είναι εμφανώς βελτιωμένο.
Μπορεί βέβαια οι διάλογοι να μην είναι γελοίοι, όμως τα προβλήματα δεν είναι λίγα, με τα βασικότερα να είναι η πλήρης απουσία βάθους στους χαρακτήρες, με το ψυχολογικό κομμάτι που παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην ιστορία και ουσιαστικά αλλάζει τις ισορροπίες της ομάδας, να μην αναπτύσσεται καθόλου καλά, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα κάτι βαρύγδουποι διάλογοι να χάνουν την αξία τους και να καταλήγουν νεκρός χρόνος, και παράλληλα οι νέοι villains να είναι απλά… κάτι εξωγήινοι!
Σοβαρά η Jessica Chastain (Molly's Game) όπως και η φυλή της, δεν έχουν καν όνομα!
Πόσο στα σοβαρά να τους πάρεις;
Και μιας και αναφερθήκαμε στην αγαπημένη ηθοποιό που είναι πρακτικά η νέα villain, παρότι το παράστημά της και μόνο προσδίδει κύρος και την κάνει απειλητική, αυτό τελικά δε φτάνει, με την ερμηνεία της να είναι άχρωμη.
Από τους “παλιούς”, οι James McAvoy (Glass) και Nicholas Hoult (The Favourite) κερδίζουν άξια το ψωμί τους, όμως οι κακές επιλογές του Tye Sheridan (Ready Player One) και ειδικά της Sansa.. ε της Sophie Turner (X-Men: Apocalypse), που εδώ έχουν αυξημένες αρμοδιότητες, βγάζουν μάτι με την παγωμένη κοκκινομάλλα να δείχνει πως το ταλέντο της είναι τηλεοπτικού επιπέδου.
Καλά όλα αυτά, όμως το Dark Phoenix είναι μια super-hero movie και ως τέτοια, το Α και το Ω είναι ο ρυθμός και η δράση.
Και τα δύο αυτά στοιχεία εμφανίζουν σοβαρά σκαμπανεβάσματα, με τον ρυθμό να μην είναι ο καλύτερος κυρίως λόγω της αποτυχημένα βαριάς δραματικής ατμόσφαιρας που συνεπάγεται περισσότερους διαλόγους και νεκρά διαστήματα, χωρίς όμως να λείπουν και εκείνα το κομμάτια που πετυχαίνουν το στόχο τους.
Όσο για τη δράση, ο πρωτοεμφανιζόμενος ως σκηνοθέτης Simon Kinberg σίγουρα δεν είναι Bryan Singer αλλά αποδεικνύεται ένας αρκετά καλός μαθητής, διαχειριζόμενος ικανοποιητικά τα μετρίου μεγέθους set-pieces, με τα σχετικά περιορισμένα εφέ να είναι αρκετά για να εντυπωσιάσουν.
Ιδιαίτερη μνεία στο 3ο act, που απ’ ότι λέγεται είναι και αυτό που γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στα reshoots, με τη μάχη στο τραίνο να μπορεί να συμπεριληφθεί στις κλασσικές σκηνές ολόκληρου του franchise.
Το X-Men: Dark Phoenix μπορεί με μία λέξη να χαρακτηρισθεί ως αξιοπρεπές.
Σίγουρα ξεπερνάει τα εξαιρετικά χαμηλά standards που έθεσε το Apocalypse, κινούμενο περίπου στα επίπεδα της πρώτης τριλογίας.
Δε πρόκειται να το ξανασυζητήσουμε αλλά τουλάχιστον θα πούμε αντίο χωρίς να μένουμε με αρνητικές εντυπώσεις.
Στους κινηματογράφους από 6 Ιουνίου.
Αλέξανδρος Κυριαζής