Ο Quentin Tarantino επιστρέφει με την 9η ταινία του, και αυτό αποτελεί από μόνο του ένα από τα σημαντικότερα κινηματογραφικά γεγονότα της χρονιάς.
Αυτή τη φορά μας μεταφέρει στο Los Angeles του 1969 και στη γειτονιά της Sharon Tate, η οποία δολοφονήθηκε από τον διαβόητο Charles Manson.
Το παραπάνω σκηνικό αποτελεί ένα ιδανικό πλαίσιο για τον Tarantino ώστε να επιστρέψει στο καλλιτεχνικό παρελθόν του και να μας παρουσιάσει τις δικές του επιρροές.
Ο ενθουσιασμός του όμως που διαποτίζει κάθε πλάνο, αποτελεί κατά κάποιον τρόπο και τροχοπέδη της ταινίας, καθώς το στόρι μοιάζει συχνά με μια αφορμή για να μας δώσει τις κινηματογραφικές (και όχι μόνο) φαντασιώσεις του.
Υπέροχη η αναπαραγωγή της εποχής, ξεχειλίζουν οι σινεφίλ πινελιές, αμέτρητες οι κινηματογραφικές αναφορές, αλλά όλο αυτό γίνεται για περίπου 2 ώρες, με την αφήγηση (και αυτό είναι κάτι ασυνήθιστο για τον Tarantino) να μην παίρνει συγκεκριμένη κατεύθυνση, ενώ και οι περίφημοι διάλογοι του δεν συντελούν στον αναμενόμενο βαθμό στο χτίσιμο της πλοκής, κάνοντας την ταινία λιγότερο διασκεδαστική από προηγούμενες δουλειές του.
Οπτικοακουστικά βέβαια αποδίδει ένα αρτιότατο αποτέλεσμα που σε κάνει να παρακολουθείς με μεγάλο ενδιαφέρον, παρόλο που το κύριο μέρος θα μπορούσε να είναι πιο μαζεμένο χρονικά.
Στο τελευταίο κομμάτι η δομή αλλάζει, και η ταινία παίρνει μια πιο στοχευμένη πορεία για να καταλήξει σε ένα αιματοβαμμένο φινάλε.
Χρησιμοποιώντας όμως και πάλι το τέχνασμα του Inglourious Basterds, ο Tarantino αναδιατυπώνει την ιστορία, αφήνοντας στο τέλος μια πολύ ευχάριστη αίσθηση που αποζημιώνει για την αναμονή.
Πέρα από τον δημιουργό που βάζει παντού την υπογραφή του, τεράστια συνεισφορά έχει το πρωταγωνιστικό καστ.
Οι Leonardo DiCaprio (The Revenant) και Brad Pitt (Allied) δημιουργούν ένα εξαιρετικό δίδυμο με δύο χαρακτήρες που κρύβουν, ατομικά και συλλογικά, περισσότερα απ’ όσα προλαβαίνει (παραδόξως) να μας πει το σενάριο.
Ιδίως ο DiCaprio επιβεβαιώνει και με αυτή την ερμηνεία (η οποία έρχεται μετά από 4 χρόνια αποχής) ότι μιλάμε μάλλον για τον κορυφαίο ηθοποιό της γενιάς του.
Μαζί τους η υπέροχη Margot Robbie (Mary Queen of Scots), βγαλμένη κατευθείαν από τη δεκαετία του '60, δίνει με ζωντάνια και σεβασμό το προφίλ της Sharon Tate.
Συνοψίζοντας τα παραπάνω, αυτό που τελικά έχουμε είναι μια ταινία για όσους συμπάσχουν με το πάθος του Tarantino για τον κινηματογράφο.
Αυτή τη μορφή τέχνης που σε βυθίζει σε υπέροχους όσο και τρομακτικούς κόσμους, και δίνει την ευκαιρία να αφηγηθεί ιστορίες από τη ζωή, αλλά και παραμύθια (Once upon a time…) για το πώς θα μπορούσε (ή θα έπρεπε) να είναι η ζωή.
Στους κινηματογράφους από 22 Αυγούστου.
Γιώργος Νυκταράκης.