Ο Ingram Bergman αποτελεί σημείο αναφοράς στον ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο κινηματογράφο, καθώς πάντα λογίζεται ως ένας από τους πολύ κορυφαίους σκηνοθέτες.
Και αυτό γιατί οι ταινίες του δεν ήταν απλώς ευκαιρία για να ακουστεί μια ιστορία, αλλά εξυπηρετούσαν το βαθύτερο νόημα της τέχνης, αποτελώντας αφορμή για ουσιαστική φιλοσοφία γύρω από τους αέναους ανθρώπινους προβληματισμούς.
Αυτά τα χαρακτηριστικά του εμφανίζονται στο σύνολο της φιλμογραφίας του, με το Seventh Seal να στέκεται για πολλούς στην κορυφή αυτής, ανάμεσα στα επίσης πολύ σπουδαία Wild Strawberries και Persona.
Και δεν είναι μόνο η θεματολογία της που την κάνει να ξεχωρίζει, αλλά η ολική προσέγγιση του δημιουργού που παρά τα σκηνοθετικά τεχνάσματα, παραδίδει με πιο άμεσο και πιο προσιτό τρόπο τις σκέψεις του σε σύγκριση με αρκετές άλλες ταινίες του, αλλά πάντα με το ίδιο καλλιτεχνικό βάθος.
Εδώ με την κινηματογραφική του ευφυΐα στήνει ένα δεξιοτεχνικό παιχνίδι ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο, τον άνθρωπο και τον Θεό, το οποίο οπτικοποιεί μέσα από μια θρυλική παρτίδα σκάκι.
Μια παρτίδα η οποία μπορεί να έχει μόνο έναν και πάντα τον ίδιο νικητή.
Και όσο και αν ο πρωταγωνιστής-Άνθρωπος προσπαθεί να ξεφύγει από τη μοίρα του, οι προσπάθειές του αποδεικνύονται μάταιες μπροστά στην προδιαγραμμένη και αναπόφευκτη θνητότητά του.
Ένας ιδιοφυής στοχασμός πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη, την αναζήτηση του Θείου, στην ανάγκη των ανθρωπίνων σχέσεων στην πορεία μιας ζωής η οποία δεν μπορεί να διαφύγει από τα πεπερασμένα όρια της σάρκας, αλλά μπορεί (και οφείλουμε να το επιδιώκουμε) να βρει στη διαδρομή έναν σκοπό και στιγμές ευτυχίας που θα ξεπεράσουν τη θλίψη του προδιαγραμμένου φινάλε, σχεδόν καλωσορίζοντάς το.
Ακόμα και χορεύοντας, όπως καταλήγει ο Bergman με μια από τις χαρακτηριστικότερες κινηματογραφικές εικόνες.
Με τους Max Von Sydow, Gunnar Bjornstrand, Bibi Anderson στους πρώτους ρόλους, μόνιμους συνεργάτες του Σουηδού σκηνοθέτη.
Γιώργος Νυκταράκης.