Είμαι εγώ ο κατάλληλος άνθρωπος να αναλάβω τη κριτική ενός remake μιας ταινίας που αντικειμενικά αποτέλεσε μία από τις κορυφαίες στιγμές της δημιουργού της, την οποία όμως εγώ μίσησα;
Ίσως είμαι ο λιγότερο κατάλληλος, ίσως όμως και ο πιο κατάλληλος.
Σε κάθε περίπτωση, έχοντας καταθέσει πριν λίγες ημέρες το review μου για το Efter Brylluppet (το οποίο θα διαβάσετε αύριο στα Remake Originals), ήρθε η ώρα να ολοκληρώσω το κύκλο με το After the Wedding.
Η Isabel διαχειρίζεται ένα ορφανοτροφείο στην Ινδία, όμως τα έσοδά τους δεν φτάνουν ούτε για τα απαραίτητα.
Η Theresa Young, μια επιχειρηματίας από τη Νέα Υόρκη προτίθεται να κάνει μια μεγάλη δωρεά, όμως ζητάει από την Isabel να ταξιδέψει μέχρι εκεί ώστε να συναντηθούν, όπως και γίνεται.
Η συμφωνία όμως καθυστερεί λόγω του γάμου της κόρης της Theresa που είναι προγραμματισμένος για την επόμενη ημέρα, με την Isabel να αναγκάζεται να παραμείνει και να παρευρεθεί στο γάμο.
Εκεί όμως τη περιμένει μια μεγάλη διπλή έκπληξη όταν βλέπει τον Oscar, σύντροφο των νεανικών της χρόνων, να είναι ο σύζυγος της Theresa και σα να μην έφτανε αυτό, δεν αργεί να συνειδητοποιήσει πως το μωρό που κάνανε μαζί τότε και δώσανε για υιοθεσία πριν χωρίσουν, είναι η κόρη του που τώρα παντρεύεται!
Το αποκαλυφθέν μυστικό αναστατώνει ολόκληρη την οικογένεια και κυρίως τη νεαρή νιόπαντρη Grace, την οποία περιμένει ένα ακόμα πιο δυσάρεστο σοκ…
Όπως αντιληφθήκατε, με εξαίρεση το gender-swap στους βασικούς ρόλους, το στόρι του After the Wedding είναι πανομοιότυπο με εκείνο του Efter Brylluppet.
Ωστόσο αυτή η αλλαγή στα φύλα αποδεικνύεται πως δεν είναι μόνο για το θεαθήναι, με τις υποχρεωτικές μικροαλλαγές στις συνθήκες να προκαλούν μια αισθητή αύξηση στις εντάσεις μιας και…. πως να το κάνουμε, (spoilers ahead) άλλο πράγμα ένας πατέρας να ανακαλύπτει απλά πως έχει ένα παιδί που δεν γνώριζε, και άλλο μια μητέρα να έχει δώσει το παιδί της για υιοθεσία και να ανακαλύπτει πως ο πατέρας του το κράτησε χωρίς να της πει τίποτα! (end of spoilers).
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της ταινίας της Susanne Bier ήταν η ποσότητα του… σαπουνιού, με τη σκηνοθεσία όχι απλά να μη μπορεί να ελέγξει αλλά να υπερτονίζει το ούτως ή άλλως μελοδραματικό στόρι και τη ταινία να καταλήγει να μοιάζει με τηλεοπτική σαπουνόπερα.
Ο Bart Freundlich (The Rebound) εδώ ακολουθεί μια διαφορετική οδό και διαχειρίζεται το υλικό πιο στεγνά, πιο ορθολογικά, όμως το πρόβλημα είναι πως αυτό το πετυχαίνει χάρη στις περιορισμένες του δυνατότητες, αφού κακά τα ψέματα ωχριά σε ταλέντο μπροστά στη Δανέζα συνάδελφό του και αναγκάζεται κάθε βλέμμα, κάθε υπονοούμενο, κάθε σιωπή, να μας τα κάνει φραγκοδίφραγκα!
Αυτό προφανώς αφαιρεί σημαντικό μέρος από τη ψυχή και τον (υπερ)συναισθηματισμό της ταινίας αλλά προσδίδει σε ρυθμό, με το After the Wedding να μην κουράζει καθόλου και τη πλοκή να ρέει αρκετά στρωτά.
Παρά το gender-swap, το ύφος των ρόλων παρέμεινε ολόιδιο, έτσι η επιλογή γυναικών ηθοποιών στους ανδρικούς ρόλους και τούμπαλιν, δεν έφερε αλλαγές στη φύση τους.
Σε γενικές γραμμές λοιπόν, πρέπει να παραδεχτώ πως είμαι πιο ευχαριστημένος από τις ερμηνείες των Αμερικανών ηθοποιών, με την Julianne Moore (Bel Canto) να είναι πολύ καλή σε αντίθεση με τον “ψόφιο” Rolf Lassgard, η ουσιαστικά άγνωστη Abby Quinn στο ρόλο της κόρης είναι επίσης πολύ καλύτερη της Stine Fischer Christensen με εκείνη τη δραματική σκηνή να μη προκαλεί πια την αμηχανία του πρωτότυπου.
Όσο για τους Billy Crudup (Where'd You Go, Bernadette) και Michelle Williams (Venom) σε αντιστοιχία με τους Sidse Babett Knudsen και Mads Mikkelsen, το τελικό αποτέλεσμα είναι ισόπαλο μιας και μπορεί οι Δανοί να είχαν πιο ευρείες ερμηνευτικές ικανότητες, όμως εκείνη η ταινία τους περιόρισε σημαντικά ενώ αντιθέτως εδώ έχουν το χρόνο να κερδίσουν την αναγνώριση και το καταφέρνουν.
Λιγότερο μελοδραματικό αλλά πιο άψυχο.
Διεκπεραιωτική, σχεδόν άτεχνη σκηνοθεσία όμως με πολύ καλύτερη ροή και διαχείριση της πλοκής.
Καμία από τις δύο ταινίες δεν είναι κάτι το αξιόλογο λόγω του σαπουνοπερικού στόρι αλλά σε αυτή την άτυπη (και αχρείαστη) μάχη, νικητής βγαίνει το remake γιατί απλά ο θεατής παρακολουθεί την ιστορία να ξετυλίγεται αξιοπρεπώς, χωρίς να γίνεται βαρετή, χωρίς να σε κάνει να νιώθεις πως βλέπεις Λάμψη και χωρίς να σε πιάνουν τα γέλια με κάποιες cringy ερμηνείες.
Στους κινηματογράφους από 5 Μαρτίου.
Αλέξανδρος Κυριαζής