Σε ένα περιβάλλον μετριότητας και απουσίας οποιουδήποτε ρίσκου στη δημιουργία, ένα περιβάλλον το οποίο διακατέχεται από την βουλιμία των μεγάλων στούντιο για χρήμα και που βλέπει τις ταινίες όχι ως πολιτιστικά προϊόντα ή μορφές τέχνης αλλά ως επενδύσεις, το Παίζοντας με τη Φωτιά καταφέρνει να ξεχωρίσει.
Αποτελεί ουσιαστικά τον καρπό ενός ατάλαντου σκηνοθέτη και μιας αποτυχημένης επιχειρηματικής ενέργειας.
Η βδελυγμία που προκαλεί στον ανυποψίαστο θεατή αξίζει πραγματικά τη σημασία μας.
Από που να αρχίσει κανείς;
Ενώ η Καλιφόρνια μαστίζεται στην πραγματικότητα από πυρκαγιές, η ταινία ξεκινά με μια ανάλαφρη και διακωμωδημένη επιχείρηση διάσωσης σε μουσική υπόκρουση Mark Ronson και Bruno Mars με Uptown Funk.
Και η συγκεκριμένη προσέγγιση δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί με κανένα τρόπο ως μηχανισμός αντιμετώπισης της τραγωδίας όπως αναφέρεται συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις.
Μετά την επιχείρηση, οι πυροσβέστες πρέπει να προσέχουν τα τρία αδέρφια που διέσωσαν για κάποιο χρονικό διάστημα, και αυτό τους είναι κωμικά δύσκολο.
Αυτό.
Και ας υποθέσουμε πως η ταινία απευθύνεται σε παιδιά.
Εμπίπτει άλλωστε στην κατηγορία της οικογενειακής κωμωδίας.
Οι τέσσερις διαφορετικές σκηνές όπου ο Cena είναι ξέστηθος σε τι ακριβώς εξυπηρετούν;
Τέσσερις ολόκληρες φορές έπρεπε να αντικρίσω τις νευρώδεις ρώγες του, και μπορώ να πω με σιγουριά πως αυτές δεν ανήκουν σε αυτή ή σε καμία άλλη ταινία.
Φαίνεται πως το Παίζοντας με τη Φωτιά αποτελεί μια προσπάθεια για τον John Cena (Daddy's Home 2) να ακολουθήσει τα χνάρια του The Rock και του Hogan.
Άλλωστε και αυτοί ξεκίνησαν τις κινηματογραφικές τους καριέρες με υποτιθέμενες οικογενειακές κωμωδίες.
Ας ελπίσουμε πως τουλάχιστον αυτή η προσπάθεια δεν θα καρποφορήσει.
Σκηνοθετημένη από τον Andy Fickman, ο οποίος έχει στο ρεπερτόριο του κινηματογραφικά διαμάντια όπως το She’s the Man και το Paul Blart: Mall Cop 2, το Παίζοντας με τη Φωτιά αποτελεί ζωντανό παράδειγμα της επαναλαμβανόμενης ανακύκλωσης των ίδιων ιδεών σε μια προσπάθεια άντλησης κύρους.
Υφίσταται μια μορφή φαινομενικής διακειμενικότητας, όπου στη θέση ενός διαλόγου μεταξύ των διαφορετικών κειμένων εγκαθίσταται μια πρακτική απλής αναφοράς σε κάτι γνώριμο.
Ο Fickman εκμεταλλεύεται επί της ουσίας την ιστορία του πειθαρχημένου μυώδη άντρα που αναγκάζεται να φροντίσει νεαρά παιδιά, φανερώνοντας μέσα από την εμπειρία του την ευαισθησία που κρύβει μέσα του.
Και αυτό δεν αποτελεί καν σπουδαία ιδέα de facto.
Καταρχήν, η κωμωδία σε αυτό το σενάριο στηρίζεται στην ιδέα της αφύσικης τοποθέτησης του άντρα στον ρόλο του γονιού, οξύνοντας περαιτέρω τον διαχωρισμό που επιβιώνει μέσα από τον συντηρητισμό του Χόλιγουντ.
Μα η ουσία της κάθε ιδέας βρίσκεται στην προσέγγιση.
Ένα τέτοιο σενάριο θα μπορούσε εύκολα να επωφεληθεί από μια απλή εξερεύνηση των δυναμικών που επιτρέπουν τη διάζευξη αυτή.
Αντ’ αυτού, ο Fickman μας παρουσιάζει poop jokes.
Στους κινηματογράφους από 5 Δεκεμβρίου.
Αντριάν Σαλτέ.