Μια ταινία που θέλει να φέρει έναν παλιομοδίτικο τόνο επιστρέφοντας στο «ένδοξο» παρελθόν της κατασκοπείας, αναπλάθοντας κάτι από τον κόσμο που έστησε συγγραφικά ο John le Carre και αρκετές φορές έχει μεταφερθεί με επιτυχία και κινηματογραφικά (με χαρακτηριστικά παραδείγματα τα Constant Gardener και Tinker Tailor Soldier Spy).
Το στόρι φέρνει έναν βετεράνο κατάσκοπο σε συνεργασία με έναν νεότερο συνάδελφό του, ο οποίος λειτουργεί και ως πληροφοριοδότης για τα πραγματικά κίνητρα του ανωτέρου του.
Ο ισραηλινός σκηνοθέτης Eran Riklis, παρά τις προθέσεις του για ένα σκοτεινό κατασκοπικό θρίλερ, δεν πετυχαίνει να αποδώσει ουσιαστικά την επιθυμητή ατμόσφαιρα, με το στήσιμο να αποθαρρύνει από νωρίς την παρακολούθηση.
Το σενάριο δήθεν ασαφές και με ένα απροσδιόριστο μυστήριο σε κάνει να χάνεις το ενδιαφέρον σου για τις ταυτότητες των χαρακτήρων και τις παρασκηνιακές δολοπλοκίες, ενώ και σκηνοθετικά ο ρυθμός σπάει συχνά με κενά διαστήματα, με ένα μοντάζ που μας μεταβιβάζει από σκηνή σε σκηνή χωρίς συνοχή, δίνοντας ένα σύνολο ελάχιστα δεμένο.
Έτσι η ταινία χάνει την ευκαιρία να γίνει είτε μια γνήσια και απενοχοποιημένη περιπέτεια που τουλάχιστον θα διασκεδάσει το κοινό, είτε ένας σύγχρονος πολιτικός σχολιασμός για μια νέα, εντυπωσιακή, και εξίσου επικίνδυνη εποχή κατασκοπείας.
Κάπου εκεί ανάμεσα οι διάσημοι πρωταγωνιστές προσπαθούν να δώσουν λίγη αίγλη, αλλά χωρίς να καταβάλουν και τη μεγαλύτερη δυνατή προσπάθεια.
Στον πρώτο ρόλο o Ben Kingsley (Nomis) ερμηνεύει μόνο με την παρουσία του συνεχίζοντας τη συχνή εμφάνισή του σε διάσπαρτες ταινίες, ενώ δίπλα του συναντάμε τη Monica Belucci (Spectre) σε έναν άχαρο ρόλο που δεν την κολακεύει καθόλου.
Τελικά αυτό που έχουμε είναι μια ταινία χωρίς συγκεκριμένη κατεύθυνση, η οποία χάνεται σε μια επιθυμία αναπαράστασης κάποιας παλιομοδίτικης ιστορίας και «κρύβεται» πίσω από έναν διάσημο αλλά πλέον (δυστυχώς) όχι το ίδιο αποδοτικό ηθοποιό.
Στους κινηματογράφους από 5 Δεκεμβρίου.
Γιώργος Νυκταράκης.