Το Into the Labyrinth κινείται σε δύο διαφορετικές κατευθύνσεις.
Από τη μία, βρίσκουμε τον χαρακτήρα του Bruno Genko (Toni Servillo, Το Κορίτσι στην Ομίχλη), ο οποίος βρίσκεται σε μια ιταλική, σχεδόν art-house ταινία, σε ένα κόσμο σκοτεινό, μπερδεμένο και γεμάτο κινηματογραφικές αναφορές.
Από την άλλη, βλέπουμε τον Dr. Green (Dustin Hoffman, The Program), σε μια χολιγουντιανή ταινία ψυχολογικού μυστηρίου.
Ο σκηνοθέτης Donato Carrisi μεταφέρει το best-seller βιβλίο του στη μεγάλη οθόνη, δημιουργώντας όμως μια ταινία η οποία δεν ξεχωρίζει παρά μόνο μέσω της αλλόκοτης μορφής της.
Η υπόθεση ακολουθεί τους δύο χαρακτήρες, καθώς ο καθένας με τον τρόπο του προσπαθεί να εξιχνιάσει το μυστήριο της εξαφάνισης της Samantha Andretti (Valentina Bellè, Μια Προσωπική Ιστορία), μετά την απελευθέρωση της από έναν απαγωγέα που την κρατούσε φυλακισμένη σε ένα υπόγειο λαβύρινθο για 15 χρόνια.
Ο Genko, ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ με μια καρδιολογική πάθηση η οποία θα τον σκοτώσει ανά πάσα στιγμή, αποφασίζει να αφήσει πίσω του τις συλλογές χρέους και να αφοσιωθεί στην εξιχνίαση της εξαφάνισης της Samantha, κάτι σαν μια τελευταία προσπάθεια εξιλέωσης της ψυχής του.
Παράλληλα, η Samantha βρίσκεται σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου μαζί με τον Dr. Green.
Καθώς η ίδια δεν θυμάται τι έχει συμβεί, προσπαθούν μαζί να βρουν απαντήσεις.
Η ιστορία λαμβάνει χώρα σε τοπία περίεργα και ακαθόριστα, κάτι σαν τον λαβύρινθο του απαγωγέα.
Ο Carrisi παίζει με τον θεατή, χαμένος και αυτός στην όλο και πιο περίπλοκη υπόθεση, ο οποίος προσπαθεί να ανακαλύπτει στοιχεία για να καταλάβει τι γίνεται.
Με την κάθε νέα αποκάλυψη το μυστήριο περιπλέκεται, ό,τι νόμιζε πως γνώριζε μέχρι τώρα αλλάζει, οι προσδοκίες του αναποδογυρίζονται.
Οι χαρακτήρες είναι όλοι ύποπτοι, και η ταινία πάντα κάτι του κρύβει.
Και ενώ το Into the Labyrinth δεν φαίνεται να εγκύπτει σε πιο βαθιά ζητήματα πέραν του συγκεκριμένου μυστηρίου, αυτό είναι αρκετό για να κρατά τον θεατή καθηλωμένο καθ’ όλη τη διάρκεια της, διψασμένο για απαντήσεις.
Αν ο Carrisi προσπάθησε να ενσωματώσει τον θεατή στην ταινία του ως ένα τρίτο άτομο στην προσπάθεια διαλεύκανσης της υπόθεσης, η ταινία του υστερεί όσον αφορά τις περιορισμένες ευκαιρίες διάδρασης στη θέαση.
Ο ίδιος φαίνεται να κρατά όλα τα στοιχεία στην κατοχή του, και να επιλέγει προσεκτικά και επιλεκτικά, πότε τα δίνει στον θεατή.
Ενδεχόμενος, ωστόσο, η έλλειψη ελέγχου κατά τη θέαση να συμβάλει στον αποπροσανατολισμό και την σύγχυση που προκαλείται στον θεατή, για τον οποίο η καρέκλα του κινηματογράφου αποτελεί το προσωπικό του κρεβάτι του νοσοκομείου δίπλα από την Samantha.
Ποιος να είναι άραγε ο δικός μας λαβύρινθος;
Στους κινηματογράφους από 20 Φεβρουαρίου.
Αντριάν Σαλτέ.