Με το αξιοπρεπέστατο Rosewater μας έδωσε τα πρώτα του διαπιστευτήρια και φέτος επιστρέφει με το Irresistible, μια πολιτική σάτιρα με κρυφά χαρτιά, τα οποία όμως δεν του βγαίνουν όπως θα ‘θελε..
Λίγο μετά το πατατράκ στις εκλογές του 2016, οι Δημοκρατικοί αναζητούν τις αιτίες της αποτυχίες ώστε να μην διορθώσουν και να επιστρέψουν στην εξουσία.
Σε ένα viral βίντεο ενός απόστρατου συνταγματάρχη ονόματι Jack Hastings από μια μικρή πόλη του Wisconsin, πολιτεία την οποία έχασαν γιατί ουσιαστικά δεν προσπάθησαν καν να την κερδίσουν, στο οποίο ο εν λόγω άνδρας παρεμβαίνει δυναμικά στο τοπικό δημοτικό συμβούλιο υποστηρίζοντας τα δικαιώματα των μεταναστών, οι δημοκρατικοί βρίσκουν τον άνθρωπο που μπορούν να χρησιμοποιήσουν ως δούρειο ίππο για να ξανακερδίσουν τις ψήφους της πολιτείας.
Ο Gary Zimmer, υπεύθυνος της καμπάνιας της Clinton πηγαίνει ο ίδιος μέχρι το μικρό Deerlaken για να τον πείσει να βάλει υποψηφιότητα για τις προσεχείς δημοτικές εκλογές και τα καταφέρνει, με όρο όμως να αναλάβει ο ίδιος τον προεκλογικό του αγώνα.
Ο πρωτευουσιάνος Gary δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στις συνθήκες της επαρχίας όμως πιστεύει στον Hastings και δέχεται να τον αναλάβει μετατρέποντας τη μικρή πόλη σε εκλογικό επίκεντρο της χώρας.
Ο Armando Iannucci τα τελευταία χρόνια μας έχει κακομάθει ανεβάζοντας επίπεδο στη πολιτική σάτιρα με τον ξεκαρδιστικά κωμικό αλλά παράλληλα ασφυκτικά βιτριολικό λόγο του.
O Jon Stewart μας γυρίζει αρκετές δεκαετίες πίσω με τη σάτιρά του να είναι πολύ πιο light μοιάζοντας περισσότερο με τα στημένα προ-οσκαρικά λογίδια.
Αστειάκια γύρω από την “επιβίωση” του Gary στην πίσω-από-τον-πολιτισμό επαρχία, “ακατάλληλες” χαριτωμενιές στην κόντρα του με την Ρεπουμπλικάνο αντίζηλό του, το Irresistible μοιάζει περισσότερο με μια ευχάριστη κομεντί που απλά χρησιμοποιεί τη πολιτική ως σκηνικό, παρά ως πολιτική σάτιρα.
Και κάπου εκεί που η ταινία πλησιάζει στο φινάλε και απλά έχεις αποδεχτεί την… αβάσταχτη ελαφρότητά του, έρχεται ένα αρκετά ενδιαφέρον plot twist που ουσιαστικά απαντάει στον λόγο ύπαρξης της ταινίας, και πως αυτός δεν είναι η γενικευμένη πολιτική σάτιρα αλλά η παρουσίαση ενός πολύ συγκεκριμένου σκέλους της.
Αυτή η αποκάλυψη μπορεί να μη μεταμορφώνει τη ταινία ξαφνικά σε αριστούργημα αλλά τουλάχιστον σώζει τα προσχήματα δικαιολογώντας –εν μέρει- το ύφος που ακολούθησε.
Ερμηνευτικά, ο Steve Carell (Vice) είναι για ακόμα μία φορά απολαυστικός, όμως πέραν αυτού το χάος, με τον Chris Cooper (Little Women) να βαριέται αφόρητα, την Rose Byrne (Like a Boss) να είναι οριακά γραφική, την Mackenzie Davis (The Turning) να έχει έναν μη-ρόλο και τους Topher Grace (Under the Silver Lake) και Natasha Lyonne (Uncut Gems) να έχουν screentime λίγο μεγαλύτερο από cameo.
Όσο παρακολουθούσα το Irresistible, η μεγάλη μου απορία ήταν γιατί ο διανομέας δεν το έβγαλε μέσα στο καλοκαίρι, ειδικά στο φετινό πολύ φτωχό καλοκαίρι, μιας και είναι μια ταινία που λειτουργεί αξιοπρεπέστατα ως χαλαρή θερινή απόδραση.
Αντιθέτως, από τη προβολή της σε μια κλειστή σκοτεινή αίθουσα, και υπό τις τρέχουσες συνθήκες, ο θεατής που θα περιμένει κάτι περισσότερο θα απογοητευθεί.
Στους κινηματογράφους από 17 Σεπτεμβρίου.
Αλέξανδρος Κυριαζής