Παρά τα δεκάδες βραβεία, μεταξύ των οποίων και ο Χρυσός Αλέξανδρος στη Θεσσαλονίκη, το ισλανδικό Hrútar με είχε απογοητεύσει κυρίως λόγω της έλλειψης συναισθηματικής έντασης.
Η ιστορία του όμως ήταν αρκετά ενδιαφέρουσα και γι’ αυτό ήμουν θετικότατος στην είδηση πως στην άλλη άκρη του πλανήτη, ένας -έστω πρωτοεμφανιζόμενος σεναριογράφος, ετοίμαζε το αυστραλέζικο remake.
Ένα κοντό συρματόπλεγμα χωρίζει τις φάρμες του Colin και του Les Grimurson, δυο προβατοτρόφων αδερφών που εδώ και δεκαετίες δεν έχουν ανταλλάξει ούτε κουβέντα (για λόγους που μαθαίνουμε πολύ αργότερα).
Τελευταίο επεισόδιο στον μεταξύ τους πόλεμο, η νίκη του δεύτερου σε έναν διαγωνισμό για τον καλύτερο τράγο, με τον πρώτο ωστόσο να υποψιάζεται πως το νικητήριο ζώο του αδερφού του πάσχει από την άκρως μεταδοτική και επικίνδυνη παραφυματίωση.
Ο Les αρνείται να το παραδεχτεί, όμως όταν έρχεται η επίσημη επιβεβαίωση, όλοι οι εκτροφείς της περιοχής ζητούνται να θανατώσουν τα ζώα τους πριν η ασθένεια εξαπλωθεί.
Παρά τις υποσχέσεις για αποζημίωση, η καταστροφή είναι τεράστια και κανένα από τα δύο αδέρφια δεν είναι έτοιμος να υπακούσει 100% στις οδηγίες…
Οι αλλαγές σε σχέση με την πρωτότυπη ταινία είναι μάλλον επιφανειακές, με τη βασική ιστορία να μένει ουσιαστικά πανομοιότυπη.
Η μεγάλη διαφορά έγκειται στην ίδια την διαφορά κουλτούρας μεταξύ Ισλανδίας και Αυστραλίας, με το Rams να έχει ένα αρκετά πιο pop ύφος, αφήνοντας πίσω την άψυχη, στυγνή αντιμετώπιση της ιστορίας στο Hrútar.
Και μόνο η παρουσία του πάντα αγαπητού Sam Neil (Hunt for the Wilderpeople) στο πρωταγωνιστικό ρόλο, κάνει αυτομάτως την ιστορία των ηρώων πιο οικεία, πιο εγκάρδια.
Από ‘κει και πέρα όμως, τα προβλήματα της πρωτότυπης ταινίας έχουν μεταφερθεί και σε αυτή, με την ιδιαίτερα αραιή πλοκή να κάνει ειδικά το δεύτερο μισό του φιλμ ενοχλητικά αργό, ενώ για μια ακόμη φορά η αφαιρετική παρουσίαση των χαρακτήρων δεν βοηθάει καθόλου στο να καταλάβουμε ακριβώς τη σχέση των αδερφών, με αποτέλεσμα το φινάλε να μοιάζει και πάλι συναισθηματικά βεβιασμένο.
Οι οπαδοί της πρωτότυπης ισλανδικής ταινίας μάλλον θα αγνοήσουν το Rams, όσοι όμως -όπως εγώ- του δώσουν μια ευκαιρία με την ελπίδα για κάτι καλύτερο, δεν θα κλάψουν τη τιμή του εισιτηρίου μιας και θα δουν μια καλογυρισμένη δραμεντί με λίγο καλύτερο ρυθμό και λίγο περισσότερη καρδιά σε σχέση με το Hrútar αλλά μέχρι εκεί.
Αλέξανδρος Κυριαζής