Η απόφαση της DC να απελευθερώσει το κινηματογραφικό της σύμπαν από μια κοινή πορεία αντίστοιχη του MCU, δίνοντας παράλληλα την ελευθερία στον δημιουργό του εκάστοτε project να το πάει προς τη κατεύθυνση της επιλογής του, έμοιαζε σωστή, όμως αλήθεια είναι πως ακόμα δεν έχουμε δει καρπούς.
Τα Shazam, Birds of Prey και Wonder Woman 1984 ήταν το ένα χειρότερο από το άλλο και όταν το επόμενο κεφάλαιο αποτελεί -έστω μόνο τυπικά, sequel μίας από τις χειρότερες ταινίες του DCEU, καταλαβαίνετε γιατί δεν είχαμε και τις υψηλότερες προσδοκίες. Για να δούμε τι είχε να μας πει το The Suicide Squad.
Μετά από πραξικόπημα στη λατινοαμερικάνικη χώρα Corto Maltese, ο επικίνδυνος αντι-Αμερικάνος στρατηγός Silvio Luna παίρνει την εξουσία και μαζί με αυτή και την μυστηριώδη εξωγήινη τεχνολογία Starfish.
Η Amanda Waller, διευθύντρια της Task Force X (aka Suicide Squad) δεν σκοπεύει να την αφήσει να πέσει σε ξένα χέρια και δημιουργεί δύο νέες ομάδες τις οποίες στέλνει στο νησί με σκοπό να βρουν το εργαστήριο Jötunheim και τον υπεύθυνο επιστήμονα Gaius Grieves και να καταστρέψουν το Starfish… ότι κι αν είναι αυτό.
Η απουσία του “2” από τον τίτλο δεν είναι τυχαία, με τη νέα ταινία να μην αγνοεί μεν τη προηγούμενη και να μην μπαίνει στο κόπο να ξαναπαρουσιάσει τί είναι η Suicide Squad αλλά, με εξαίρεση 2-3 μέλη του cast που επιστρέφουν, δεν υπάρχει καμία σύνδεση με τη πρώτη περιπέτεια.
Και μιας και αναφέρθηκα στο cast, η αλήθεια είναι πως το τεράστιο μέγεθός του σχεδόν τρομάζει, όμως πολύ γρήγορα θα καταλάβετε πως αυτό δεν είναι παρά διαφημιστικό κόλπο, με πολλούς, πάρα πολλούς απ’ αυτούς να μας αποχαιρετούν πριν καν τους τίτλους αρχής, αφήνοντας πίσω μια 7μελη βασική ομάδα. Ε μην περιμένετε να σας πω και ποιοι είναι αυτοί!
Το βασικό στόρυ, όπως και των περισσότερων superhero movies δεν είναι παρά μια δικαιολογία για δράση, και με εξαίρεση το εισαγωγικό αποδεκατιστικό μακελειό, δεν υπάρχει καμία σημαντική έκπληξη.
Αντί ευφυούς πλοκής λοιπόν, η ταινία προτιμάει να γεμίζει το χρόνο της με βιντεογκεϊμίστικες υποπλοκές που δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να καθυστερούν και να κουράζουν, με το πανταχού παρόν αλλά άνευρο χιούμορ να περνάει απαρατήρητο.
Μόνο στο 3ο act έχουμε μια δυο έξυπνες ιδέες και παρότι είναι ήδη αρκετά αργά και δεν καταφέρνουν να μας αποζημιώσουν, τουλάχιστον αφήνουν μια καλή επίγευση.
Παράλληλα, πολύ κακή είναι η παρουσίαση των -αγνώστων στους μη fanboys- χαρακτήρων, αν μπορούμε καν να πούμε ότι υπάρχει τέτοια, με τα όσα περνούν κατά τη διάρκεια του φιλμ να είναι τα μόνα που μαθαίνουμε γι’ αυτούς και σε καμιά περίπτωση δεν αρκούν για να μας γίνουν συμπαθείς.
Ειλικρινά, μετά από 2 ώρες δεν θυμάμαι καν πως λέγεται ο χαρακτήρας που υποδύεται ο Idris Elba και είναι ο ηγέτης της ομάδας!
Όσον αφορά τη δράση που είναι άλλωστε και ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά μια superhero movie, το The Suicide Squad βουλιάζει στην ίδια τους τη διαφορετικότητα.
Η μεγαλύτερη ιδιαιτερότητα της ταινίας είναι η απελευθερωμένη βία της, με το αίμα και τα διαλυμένα κεφάλια να κάνουν παρέλαση, σε σημείο που όλο αυτό μοιάζει επιτηδευμένο.
Με εξαίρεση μία απολαυστική σκηνή με την Harley Quinn, δεν υπάρχει καμία άλλη αξιομνημόνευτη action sequence, με την απόλυτη εξάρτηση στη σοκαριστική βία, να γυρίζει μπούμερανγκ.
Εξ αρχής δεν είχα ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στον James Gunn αφού το πρώτο Guardians of the Galaxy δεν ήταν μια παρά ένα χαριτωμένο action adventure που αξιοποίησε τη μουσική του επένδυση, ενώ η δεύτερη ταινία είναι απλά η χειρότερη του MCU.
Ναι, το The Suicide Squad είναι καλύτερο από το Suicide Squad, όμως όταν αυτό είναι το καλύτερο που μπορείς να αναγνωρίσεις στη ταινία, καταλαβαίνετε πως ούτε αυτή τη φορά το DCEU δεν καταφέρνει να μπει στο σωστό δρόμο.
Αλέξανδρος Κυριαζής