Εξειδικευμένος στα practical effects, o Phil Tippett υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα του χώρου τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, κερδίζοντας μάλιστα δύο Όσκαρ (Return of the Jedi, Jurassic Park) και έξι συνολικά υποψηφιότητες.
Μετά την ολοκλήρωση του RoboCop 2, ξεκίνησε να δουλεύει σε ένα ολόδικό του project, μια stop-motion ταινία που λαμβάνει χώρα σε έναν σκοτεινό σουρεαλιστικό κόσμο όπου κυριαρχούν τα τέρατα και οι εφιάλτες. Λίγα χρόνια αργότερα, χωρίς να έχει βρει παραγωγό να τον υποστηρίξει και βλέποντας πως τα cgi κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος, το εγκατέλειψε.
Ο ίδιος τυπικά αποσύρθηκε από το χώρο το 2012 ολοκληρώνοντας την καριέρα του όχι ιδιαίτερα θριαμβευτικά μιας και οι τελευταίες δουλειές του ήταν οι ταινίες Twilight! Ωστόσο η εταιρία του παραμένει όχι απλά ενεργή αλλά μία από τις σημαντικότερες του χώρου, με τη δουλειά της να εμφανίζεται σε παραγωγές σαν το The Mandalorian και The Falcon and the Winter Soldier.
Πριν λίγα χρόνια λοιπόν, εργαζόμενοί της βρήκαν καταχωνιασμένα σε κουτιά όλα τα props και τα puppets που είχε κατασκευάσει ο Tippett για τη ταινία του, και τον έπεισαν να την ξαναβάλουν μπρος. Με τη βοήθεια του crowdsourcing αλλά και την εργασία πάνω από 60 καλλιτεχνών που δούλευαν στο project στα Σαββατοκύριακά τους, το Mad God ολοκληρώθηκε και έφτασε και στις αίθουσες του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
Τι είναι τελικά το Mad God; Είναι μια κινηματογραφική εμπειρία, είναι μια αποτύπωση ενός κόσμου βγαλμένου από τους εφιάλτες μας, θεοσκότεινου, γκροτέσκου, ένα δημιουργικό επίτευγμα βγαλμένο από τις λάσπες και τα σωθικά της κολάσεως.
Ταινία με τη παραδοσιακή έννοια του όρου δεν τη λες, αφού δυσκολεύεσαι να πεις ότι υπάρχει μια ιστορία. Υπάρχουν μεν κάποιου κεντρικοί χαρακτήρες, live-action και animated, που περιφέρονται σε αυτόν τον κόσμο έχοντας μια αποστολή, όμως ουσιαστικά αυτή ελάχιστη σημασία έχει. Το Mad God είναι περισσότερο ένα video installation με σκοπό την καλώς εννοούμενη επίδειξη παρά την αφήγηση μιας -τουλάχιστον κατανοητής ιστορίας.
Μια τέτοια ανορθόδοξη ταινία, δεν μπορεί να κριθεί “παραδοσιακά”, γι’ αυτό και δεν της έχω βάλει κάποια βαθμολογία. Η θέασή της είναι αναμφισβήτητα μια εμπειρία, ενώ είναι πραγματικά αδύνατο να μην θαυμάσεις τα τεχνικά της χαρίσματα ωστόσο σίγουρα δεν είναι για όλους.
Οι τολμηροί σίγουρα αξίζει να της δώσουν μια ευκαιρία.
Αλέξανδρος Κυριαζής