Η AMA FILMS ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ
ΤΗ ΝΕΑ ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑ ΣΠΕT
Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΠΑΧΜΑΝ ΚΑΙ Η ΤΑΞΗ ΤΟΥ
ΑΡΓΥΡΗ ΑΡΚΤΟΣ – ΒΡΑΒΕΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ 2021
*
ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΟΙΝΟΥ
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ 2021
*
ΥΠΟΨΗΦΙOTHTA ΓΙΑ ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ
ΒΡΑΒΕΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ 2022
ΣΥΝΟΨΗ
«Ο κύριος Μπάχμαν και η τάξη του» είναι ένα τρυφερό ντοκιμαντέρ που καταγράφει τον δεσμό ανάμεσα σε έναν δάσκαλο δημοτικού σχολείου και τους μαθητές του. Οι αντισυμβατικές του μέθοδοι συγκρούονται με τις σύνθετες κοινωνικές και πολιτισμικές πραγματικότητες της επαρχιακής γερμανικής πόλης στην οποία ζουν.
ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Ο δάσκαλος Μπάχμαν και η τάξη του 6β. Μια ομάδα παιδιών ηλικίας από 12 έως 14 ετών. Το εισαγωγικό έτος σε ένα ενιαίο σχολείο της Γερμανίας. Μαθητές με τεράστιες διαφορές σε επίπεδο σχολικών δεξιοτήτων μέσα στην ίδια τάξη, που στο τέλος της χρονιάς θα επιλεγούν για διαφορετικές κατευθύνσεις σπουδών. Ένα πολύχρωμο μίγμα μαθητών από εννέα χώρες. Μια συγκέντρωση πολύ διαφορετικών πολιτισμών, ως αποτέλεσμα ενός κόσμου που παγκοσμιοποιείται. Το σχολείο κάνει ξεκάθαρη την προσδοκία της κοινωνίας από τα παιδιά: να έχουν καλές επιδόσεις. Οι μαθητές είναι κυρίως απασχολημένοι με το να ανταποκριθούν σε αυτή την πρόκληση, με αποτέλεσμα αντιδράσεις που κυμαίνονται από την υπερηφάνεια ή την υπεροψία, μέχρι το άγχος ή ένα αίσθημα κατωτερότητας. Αυτό που διακυβεύεται είναι η διαμόρφωση της ταυτότητάς τους ως ξεχωριστές προσωπικότητες. Όπως και οι ρόλοι των φύλων τους ή οι εθνικές και πολιτισμικές τους ταυτότητες. Όλα αυτά με φόντο πραγματικά μεγάλα ερωτήματα: Τι μπορεί να επιτύχει το σχολείο υπό αυτές τις συνθήκες; Ταυτίζονται οι διαχωρισμοί βάσει εθνικής καταγωγής με εκείνους βάσει ακαδημαϊκής επίδοσης; Μπορεί το σχολείο να βοηθήσει στην αποτροπή του αποκλεισμού και της περιθωριοποίησης; Ο κύριος Μπάχμαν εργάζεται ως δάσκαλος σε αυτό το κοινωνικό ναρκοπέδιο εδώ και δεκαεπτά χρόνια. Ο τρόπος διδασκαλίας του δίνει εξαιρετικά ασυνήθιστες απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα. Είναι ένας αντισυμβατικός πρώην επαναστάτης, τραγουδιστής φολκ μουσικής και γλύπτης. Ο ύψιστος στόχος του είναι να μεταδώσει σε κάθε παιδί ότι έχει αξία, ότι είναι «κάποιος» και όχι «κανένας». Ότι όλοι έχουν ικανότητες.
Ο κύριος Μπάχμαν διδάσκει στο ενιαίο σχολείο Georg-Büchner του Σταντάλεντορφ, στο βόρειο Χέσε της Γερμανίας. Η πολιτισμική σύνθεση της τάξης του αντικατοπτρίζει το πληθυσμιακό μίγμα της πόλης, στην οποία κατοικούν περίπου 21.000 άνθρωποι. Το 25% δεν έχει γερμανική υπηκοότητα, το 70% προέρχεται από οικογένειες μεταναστών. Περίπου 5.000 κάτοικοι είναι μουσουλμάνοι. Το Σταντάλεντορφ είναι μια μικρή πόλη με μεγάλη βιομηχανική βάση. Το χυτήριο σιδήρου Fritz Winter ιδρύθηκε το 1951 και σήμερα προσφέρει 2.800 θέσεις εργασίας. Το 1956, η Ferrero εγκατέστησε εδώ το μεγαλύτερο εργοστάσιό της παγκοσμίως, με 3.400 υπαλλήλους. Οι πρώτοι ξένοι εργάτες έφτασαν στις αρχές της δεκαετίας του 1960, από την Ιταλία και την Ελλάδα, και από το 1963 και από την Τουρκία. Όμως, το ιστορικό της πόλης να απασχολεί ξένους εργάτες πάει πίσω μέχρι το καθεστώς των Ναζί. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το Σταντάλεντορφ ήταν το μεγαλύτερο ευρωπαϊκό κέντρο παραγωγής όπλων και πυρομαχικών. Η πλειοψηφία του εργατικού δυναμικού δεν ήταν εκεί με τη θέλησή του. Πολλοί από τους εργάτες προέρχονταν από το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μουνχμούλε και δούλευαν εκεί καταναγκαστικά.
ΣΧΟΛΙΟ ΤΗΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ
Ο Ντίτερ Μπάχμαν και εγώ γνωριζόμαστε εδώ και δεκαετίες. Αφότου ξεκίνησε να εργάζεται στο Σταντάλεντορφ ως δάσκαλος, μου είχε μιλήσει επανειλημμένα μέσα στα χρόνια για αυτή την πόλη και τους μαθητές του σχολείου Georg-Büchner και μου έλεγε ότι θα πρέπει στ’ αλήθεια να έρθω να ρίξω μια ματιά.
Προσεγγίζοντας αυτή την πόλη της γερμανικής ενδοχώρας από έναν από τους γύρω λόφους, βλέπεις τις σιλουέτες των εργοστασιακών καμινάδων να καπνίζουν μέσα στην ομίχλη που απλώνεται πάνω από την πεδιάδα. Από μακριά, φαίνεται λες και είναι ένα μεγάλο βιομηχανικό συγκρότημα, το οποίο περιστοιχίζεται από συγκροτήματα κατοικιών από τη μία πλευρά και από ένα παραδοσιακό χωριό από την άλλη.
Καθώς οδηγείς μέσα στην πόλη, βλέπεις διάφορες ταμπέλες στην άκρη του δρόμου. Οδηγούν σε ένα «Κέντρο Τεκμηρίωσης και Πληροφορίας», έναν «Ενδιάμεσο σταθμό εναπόθεσης χωμάτων ρυπασμένων από TNT». Ανάμεσά τους, παλαιότερα κτίρια, στις χαμηλές στέγες των οποίων έχει φυτρώσει πρασινάδα. Ροζιασμένα πεύκα. Νεαρές σημύδες. Φρύγανα. Αναζητώντας την ιστορία πίσω από αυτά τα ίχνη, μαθαίνεις ότι το Άλεντορφ ήταν ένα μικρό αγροτικό χωριό μέχρι το 1938, όταν το καθεστώς των Ναζί έχτισε εκεί το μεγαλύτερο εργοστάσιο παραγωγής εκρηκτικών.
Αφήνοντας το αυτοκίνητό σου στον κεντρικό δρόμο, σου έρχεται μια μυρωδιά μετάλλου ανάμεικτη με κρέμα φουντουκιού. Καθώς τα εργοστάσια των εκρηκτικών δεν καταστράφηκαν στον πόλεμο, νέες βιομηχανίες μεταφέρθηκαν στο Σταντάλεντορφ κατά τη διάρκεια του μεταπολεμικού οικονομικού θαύματος. Το χυτήριο Fritz Winter και η σοκολατοβιομηχανία Ferrero έγιναν τα νέα κέντρα της πόλης.
Αν επισκεφθείς τον Ντίτερ Μπάχμαν στην τάξη του, θα δεις έναν δάσκαλο που χτίζει μια προσωπική, συναισθηματική σχέση με τους μαθητές του. Κάποιον που δεν μεταδίδει απλά γνώση, αλλά που εμπλέκει όλη του την προσωπικότητα, με όλες τις δυνάμεις και τις αδυναμίες του. Κάποιον που δεν έχει κανένα ταμπού και σχετίζεται με τους μαθητές του χωρίς προκαταλήψεις. Όχι στην υπηρεσία της πολιτικής ορθότητας, αλλά ως βιωμένο, συναισθηματικό άνοιγμα, χωρίς καμία συγκαλυμμένη δυσαρέσκεια. Δημιουργεί μια ανοιχτή ατμόσφαιρα, χωρίς φόβο, μέσα στην οποία οι μαθητές του αισθάνονται ασφαλείς, μπορούν να δείξουν τον εαυτό τους και να εξελιχθούν. Το σχολείο γίνεται το καθιστικό τους, ένας χώρος εμπιστοσύνης, όπου μπορούν να μιλήσουν για οτιδήποτε τους απασχολεί. Με έναν δάσκαλο που μέσα στη συζήτηση τους δοκιμάζει, τους προκαλεί, τους ενθαρρύνει, τους ενδυναμώνει και προωθεί την αλληλεγγύη και την ενσυναίσθηση. Κάποιον που ξέρει ότι η ενίσχυση της αυτοπεποίθησης μπορεί να είναι πιο σημαντική από το Πυθαγόρειο Θεώρημα. Κάποιον που ρίχνει όλες του τις ικανότητες στη ζυγαριά, ώστε οι μη ακαδημαϊκές δεξιότητες να αναπτυχθούν επίσης. Ζογκλερικά. Λιθοτεχνία. Κατασκευή τραπεζιών. Χορός. Μουσική σύνθεση. Σημαντικές δραστηριότητες για να προάγει την επικοινωνία ανάμεσα στους μαθητές και να βοηθήσει να ξεπεραστούν κοινωνικά, πολιτισμικά και γλωσσικά εμπόδια.
Το σημείο εκκίνησης αυτού του πρότζεκτ δεν ήταν μια διατριβή για την πραγματικότητα της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας ως μια χώρα μεταναστών ή την παρουσίαση ενός εναλλακτικού παιδαγωγικού μοντέλου, αλλά η παρατήρηση και η χωρίς προκαταλήψεις γνωριμία με αυτούς τους ανθρώπους.
Η αγάπη μου για αυτά τα παιδιά γεννήθηκε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων αλλά άνθισε πλήρως μόνο κατά τη διάρκεια του μοντάζ. Μια αγάπη που ενθαρρύνθηκε μέσω του άμεσου συναισθηματικού τους ανοίγματος και τις αναδυόμενες δυνατότητές τους. Παιδιά που ακόμα δεν είχαν αναπτύξει, λόγω της ηλικίας τους, την τεχνική της προσποίησης και, λόγω του υπόβαθρού τους, καμία τεχνική αυτό-παρουσίασης. Κατά μία έννοια, αυτή η αγάπη έγινε το μοτίβο για την δουλειά μου στο μοντάζ.
Τα παιδιά στην τάξη του Μπάχμαν προέρχονται κυρίως από εργατικές οικογένειες, ανεξάρτητα από την τουρκική, ρωσική, βουλγαρική ή γερμανική καταγωγής τους. Μπορεί κανείς δικαίως να ισχυριστεί ότι οι ζωές τους είναι ασταθείς, οι ευκαιρίες τους για μόρφωσή και κοινωνική ανέλιξη περιορισμένες. Αλλά, όπως ο δάσκαλος Μπάχμαν δίνει σε αυτούς τους νέους ανθρώπους την ευκαιρία να αναπτύξουν δεξιότητες, ομορφιά και αξιοπρέπεια, το ίδιο ήθελα να τους δώσω κι εγώ στο μοντάζ μου: να γίνουν σταρ για 217 λεπτά.
Ο κύριος Μπάχμαν θα ήθελε να προσθέσει μερικά πράγματα:
Ήταν μια χιονισμένη χειμωνιάτικη μέρα όταν διέσχισα για πρώτη φορά το προαύλιο του σχολείου Georg-Büchner. Και βρέθηκα κάπως απροετοίμαστος. Ήξερα ότι δεν ήταν το μέρος που ήθελα να είμαι. Όχι! Ραπ μουσική ούρλιαζε από κάπου, τα πάντα ήταν ανάστατα, τρεχαλητά, φωνές.
Από μακριά, είδα δυο αγόρια να με «κόβουν». «Ποιον ψάχνετε; Τι κάνετε εδώ;» Γέλασαν, χωρίς αγένεια. «Μμμ, λοιπόν... Νομίζω ότι θα πρέπει να γίνω δάσκαλος εδώ», αστειεύτηκα.
Τα αγόρια γούρλωσαν τα μάτια τους. «Ω ναι! Τότε θα πρέπει να γίνετε ο δικός μας δάσκαλος! Πώς σας λένε;» Παραλίγο να απαντήσω «Ντίτερ», αλλά τελικά κατάφερα να πω: «Είμαι ο κύριος Μπάχμαν». Με πήραν από το χέρι και με οδήγησαν στο γραφείο της διεύθυνσης του σχολείου. Κι έτσι γεννήθηκε ο δάσκαλος Μπάχμαν!
»Συχνά αναρωτιέμαι πώς κατέληξα να γίνω δάσκαλος. Νομίζω ότι οι μαθητές του σχολείου Georg-Büchner στο Σταντάλεντορφ μού έδειξαν ολοκάθαρα τι είδους δάσκαλο ήθελαν: έναν δάσκαλο που τους ταΐζει μήλα και δημητριακά και κεμπάπ, που παίζει μαζί τους ποδόσφαιρο, μουσική, που ζωγραφίζει μαζί τους· που αποκρυπτογραφεί μαζί τους τον κόσμο και όσα μπορεί κανείς να ανακαλύψει μέσα σε αυτόν· που μπορούν να τον ρωτήσουν ό,τι θέλουν· αλλά περισσότερο απ’ όλα, έναν δάσκαλο που δεν τους αποθαρρύνει με βαθμούς και λάθη... Θέλουν έναν δάσκαλο που χαίρεται να τους βλέπει να πηγαίνουν στο σχολείο όπως είναι, έναν δάσκαλο με τον οποίο μπορούν να γελάσουν και να τραγουδήσουν και να ουρλιάξουν. Κάποιον που να τους επαναφέρει, ταυτόχρονα, στον σωστό δρόμο, όταν πλακώνονται, όταν προσβάλλουν τους ανθρώπους με αναπηρία ή τους γκέι. Στην ουσία, είναι μια εντελώς φυσιολογική σχέση ανάμεσα σε παιδιά ή νέους και έναν ενήλικά, η οποία βασίζεται πάνω στην εξής διάθεση: ξέρω ότι μπορείς να το κάνεις αυτό, εκείνο καλύτερα να μην το κάνεις, αυτό ξεπερνά τα όρια, όμως σε εμπιστεύομαι, ξέρω ότι το ‘χεις μέσα σου, μου αρέσεις.»